Κάποια στιγμή οι Έλληνες θα αντιληφθούν την οικονομική βία που τους ασκείται, χωρίς καμία προοπτική για το μέλλον τους, οπότε θα αντιδράσουν – αφού το καπάκι μίας κατσαρόλας που βράζει χωρίς σταματημό, δεν μπορεί να διατηρηθεί αιώνια κλειστό
Γράφει ο Ιάκωβος Ιωάννου
«Άνθρωποι μηχανές, με τη λογική της μηχανής και με την καρδιά της μηχανής» (Charlie Chaplin στο «Ο μεγάλος δικτάτορας», για τους ναζί της Ευρώπης)
Απλά και μόνο το γεγονός ότι, η Ελλάδα ήθελε να πουλήσει ομόλογα αξίας 4 δις € πουλώντας τελικά 3 δις €, εκ των οποίων σχεδόν τα μισά αγοράσθηκαν από τις ελληνικές τράπεζες, σημαίνει ότι η έξοδος στις αγορές ήταν αποτυχημένη – οπότε όλα τα υπόλοιπα σχετικά με τα υψηλότερα spreads αλλά χαμηλότερα επιτόκια από το 2014, η εξαγορά των παλαιοτέρων ομολόγων στο 102,6% της αξίας τους κοκ., είναι εντελώς αδιάφορα.
Όσον αφορά δε τους ισχυρισμούς, σύμφωνα με τους οποίους αυξήθηκε το δημόσιο χρέος κατά το 1,4 δις € που εισέπραξε η χώρα καθαρά, μη ανακυκλώνοντας δηλαδή παλαιά χρέη, είναι εσφαλμένοι – αφού το χρέος δεν αυξάνεται από τα δάνεια που καταλήγουν στα ταμεία του κράτους, αλλά από τα ετήσια δημοσιονομικά ελλείμματα μείον τις εθνικοποιήσεις.
Από μία άλλη οπτική γωνία βέβαια εντυπωσιάζεται κανείς από το θάρρος των επενδυτών, οι οποίοι δεν δίστασαν να αγοράσουν ομόλογα μίας χώρας που είναι χρεοκοπημένη – με την έννοια πως το ΔΝΤ θεωρεί το χρέος μας εξαιρετικά μη βιώσιμο, ενώ η ΕΚΤ επίσης, κρίνοντας από το ότι δεν επιτρέπει τη συμμετοχή της Ελλάδας στο QE.
Φυσικά το ίδιο συμβαίνει με τις εταιρείες αξιολόγησης, αφού έχουν χαρακτηρίσει τα ελληνικά ομόλογα ως «σκουπίδια» – με τους πάντες να γνωρίζουν πλέον ότι, η Ελλάδα είναι αδύνατον να εξυπηρετήσει τα χρέη της μετά το 2022, καθώς επίσης πως χωρίς μία μεγάλη διαγραφή του χρέους η οικονομία μας δεν έχει μέλλον. Από τη συγκεκριμένη πλευρά λοιπόν η πώληση ομολόγων στους ξένους ήταν επιτυχής – έστω και με τον τρόπο που έγινε εφικτή (μεγάλες αμοιβές των τραπεζών που την ανέλαβαν, ερασιτεχνισμός της κυβέρνησης κλπ.).
Όλα αυτά όμως έχουν ελάχιστο νόημα, αφού δεν επιλύουν ούτε καν στο ελάχιστο τα προβλήματα μας. Θα ήταν δε ανόητο να θεωρούμε ακόμη πως τα πραγματικά ελαττώματα της ελληνικής οικονομίας, από τη μη αποτελεσματικότητα του πελατειακού κράτους ή τις μισθολογικές αδικίες μεταξύ του ιδιωτικού και δημοσίου τομέα, καθώς επίσης την υπερβολική φορολόγηση, έως την ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας μας, θα μπορούσαν να καταπολεμηθούν εν μέσω μίας ύφεσης που διαρκεί σχεδόν οκτώ χρόνια – έχοντας καταστρέψει τα πάντα στην πατρίδα μας.
Ακόμη περισσότερο, υποθέτουμε πως θα έχουν κατανοήσει πια οι Έλληνες ότι, όταν δεν χρεοκοπούν επίσημα τα κράτη, χρεοκοπούν οι Πολίτες τους – αφού αυτοί καλούνται τελικά να πληρώσουν. Στα πλαίσια αυτά, υπενθυμίζουμε ξανά πως το δημόσιο χρέος πρέπει να υπολογίζεται αφενός μεν ως ποσοστό επί των εισοδημάτων των Ελλήνων, αφετέρου επί της αξίας των περιουσιακών τους στοιχείων – όπου, με δεδομένη τη μείωση και των δύο κατά τουλάχιστον 50%, το χρέος είναι διπλάσιο.
Με απλά λόγια, τα 325 δις € του χρέους είναι σε όρους εισοδημάτων και περιουσιακών στοιχείων των Πολιτών περί τα 650 δις € – όπως ακριβώς θα συνέβαινε εάν είχε υιοθετηθεί η δραχμή και υποτιμούταν κατά 50%. Εάν δε λάβουμε ως μέτρο το εξωτερικό χρέος, το οποίο είναι της τάξης των 450 δις € (γράφημα), τότε με τους ίδιους όρους θα έφτανε στα 900 δις € – ένα ποσόν που είναι αδύνατον ποτέ να εξυπηρετηθεί από τους Έλληνες Πολίτες.
Ως εκ τούτου είναι ανόητο να αναφερόμαστε στην επιμήκυνση της αποπληρωμής του, ως μία ρεαλιστική λύση για την Ελλάδα σήμερα – αν και είχε κάποιες αμυδρές πιθανότητες έως το αργότερο το 2014, όπου η χώρα βυθίστηκε σε μία ακόμη μεγαλύτερη κρίση. Με δεδομένη δε την εκτόξευση των μη εξυπηρετούμενων ιδιωτικών χρεών σε επίπεδα που υπερβαίνουν τα 220 δις € ή το 125% του ΑΕΠ, καθώς επίσης τα προβλήματα των τραπεζών και του ασφαλιστικού μας συστήματος (όπου παραδόξως οι χρεοκοπημένες ελληνικές τράπεζες αγόρασαν ομόλογα του χρεοκοπημένου κράτους!), όχι μόνο δεν φαίνεται φως στο τούνελ, αλλά το σκοτάδι θα συνεχίσει να πυκνώνει όλο και περισσότερο.
Περαιτέρω, όπως έχουμε τονίσει στο παρελθόν, αυτό που συμβαίνει στην Ελλάδα σήμερα, χαρακτηρίζεται ουσιαστικά ως μία «κυλιόμενη πτώχευση». Δηλαδή, ως μία άκρως επικίνδυνη, παράνομη καθυστέρηση της επίσημης χρεοκοπίας – παράνομη επειδή επιδεινώνονται συνεχώς οι συνθήκες της οικονομίας της, με κίνδυνο να μετατραπεί σε ένα αποτυχημένο κράτος (ερμηνεία). Στις επιχειρήσεις κάτι τέτοιο απαγορεύεται, ενώ τιμωρείται ποινικά πάρα πολύ αυστηρά ο υπεύθυνος διαχειριστής τους – ο οποίος, στην περίπτωση των κρατών, είναι η εκάστοτε κυβέρνηση.
Θα μπορούσε βέβαια να ισχυρισθεί κανείς πως έχει νόημα να περιμένει υπομονετικά η Ελλάδα την πιθανολογούμενη από ορισμένους απόφαση της Ευρώπης να διαγράψει χρέη της, μετά τις γερμανικές εκλογές – μη έχοντας πλέον καμία άλλη επιλογή μετά το PSI και την τρίτη δανειακή σύμβαση, όπου έχουν ουσιαστικά παραχωρηθεί τα κλειδιά της χώρας στους πιστωτές της, ενώ έχει υποθηκευθεί ολόκληρη η δημόσια και ένα μεγάλο μέρος της ιδιωτικής της περιουσίας (μέσω των τραπεζών, του αγγλικού δικαίου, των κρατικών απαιτήσεων κοκ.).
Ακόμη όμως και να συνέβαινε κάτι τέτοιο, έχουμε την άποψη πως η πρωσική κυβέρνηση δεν πρόκειται ποτέ να αμβλύνει την πολιτική λιτότητας που έχει επιβληθεί στην Ελλάδα (γράφημα, πηγή) – αφού τη διευκολύνει όσον αφορά την υφαρπαγή των περιουσιακών μας στοιχείων, συμπεριλαμβανομένου του υπογείου/ενεργειακού πλούτου, την «απομύζηση» του εκπαιδευμένου εργατικού μας δυναμικού μέσω της μετανάστευσης του στη Γερμανία, καθώς επίσης τη δημιουργία μίας περιοχής φθηνού εργατικού δυναμικού για τη βιομηχανία της και χαμηλού κόστους τουριστικού θέρετρου για τους δικούς της Πολίτες, ιδιαίτερα τους ηλικιωμένους.
Λογικά λοιπόν κάποια στιγμή οι Πολίτες θα αντιληφθούν την οικονομική βία που τους ασκείται, χωρίς καμία προοπτική για το μέλλον τους – ενώ θα πάψουν να έχουν ουτοπικές προσδοκίες. Επομένως θα αντιδράσουν, αφού είναι δεδομένο πως το καπάκι μίας κατσαρόλας που βράζει χωρίς σταματημό δεν μπορεί να διατηρηθεί αιώνια κλειστό – ενώ, όσο πιο πολύ επιμένει κανείς να το κρατάει βίαια στη θέση του, τόσο πιο επικίνδυνη θα είναι η έκρηξη που θα ακολουθήσει.
Πότε θα συμβεί αυτό; Ευχόμαστε και ελπίζουμε όχι όταν το ένστικτο της αυτοσυντήρησης πάρει τα ηνία, ενώ δεν νομίζουμε πως οι εγχώριοι ένοχοι της χρεοκοπίας μίας χώρας που ασφαλώς δεν είχε κανένα λόγο να πτωχεύσει, θα μείνουν ατιμώρητοι – συνεχίζοντας να μοιράζουν δημόσια συμβουλές στους Πολίτες, ως συμμετέχοντες σε παλαιά ή νέα κόμματα.
Πηγή Analyst