Σε βλέπω να κάθεσαι στον αργαλειό να υφαίνεις και αναρωτιέμαι πώς ξέφυγες από το χρόνο γιαγιά Μαρία. Πώς κατάφερες να γαντζωθείς στο παρελθόν μέσα σε μια σύγχρονη Κύπρο, την Κύπρο της παγκοσμιοποίησης, της ομοιόμορφης μαζικής υλιστικής κουλτούρας όπου επικρατεί η μανιώδης ισοπέδωση όλων των εθνικών και ηθικών μας αξιών. Πώς κατάφερες να υπάρχεις ακόμη και ν' αντιστέκεσαι στον αφανισμό της ελληνικής εθνικής μας ταυτότητας και πολιτισμό. Πώς δραπέτευσες από τα χέρια της «αμερικανοποίησης» και κάθεσαι εκεί, αρχέγονη λεβέντισσα, να μας κοιτάς σαν να έχεις έρθει από χρόνια μακρινά, από χρόνια που χάνονται μέσα στην αιωνιότητα.
Ένας νεώτερος τύπος βούφας, το ονομαζόμενο «αρκαστήριν» έγινε ευρύτατα διαδεδομένος σε μεταγενέστερα χρόνια επειδή σ΄αντίθεση προς τον αρχαιότερο τύπο, το αρκαστήριν είναι πιο ξεκούραστος αργαλειός όπου η ύφανση γίνεται με περισσότερη άνεση αφού η υφάντρα κάθεται κανονικά σε σκαμνί ενσωματωμένο, και όχι στο έδαφος, τα δε πατήδια βρίσκονται πάνω από το έδαφος, και όχι σε λάκκο, όπως συνέβαινε παλαιότερα.
Σε παλαιότερες εποχές πάρα πολλά σπίτια, στις πόλεις και τα χωριά της Κύπρου, ήταν εφοδιασμένα με βούφα, στην οποία οι γυναίκες έφτιαχναν την προίκα τους, ικανοποιούσαν όλες τις ανάγκες της οικογένειας σε ρουχισμό, και ταυτόχρονα έφτιαχναν προϊόντα για εμπορία που ήταν περιζήτητα.