Μαύρα σύννεφα στην Ευρώπη: Μια νέα εποχή πιο κατακερματισμένη, πιο πολιτική, πιο ρευστή
«Η προεδρία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής είναι η πιο λαμπερή από τις θέσεις εξουσίας για τις οποίες πρέπει να ληφθούν αποφάσεις κατά το μακρύ μετεκλογικό κύκλο εργασιών της ΕΕ», γράφει το βρετανικό περιοδικό Economist και προσθέτει:
«Η διαδικασία με την οποία κατανέμονται έχει αλλάξει… Ο νέος πενταετής πολιτικός κύκλος της ΕΕ δεν αναμένεται να ξεκινήσει κανονικά μέχρι τις αρχές του 2020. Αλλά τα διάφορα χαρακτηριστικά της επόμενης θεσμικής φάσης θα γίνουν σαφή στη μάχη για τις μεγάλες θέσεις εργασίας. Θα χαρακτηρίζεται από μια ολοένα και δυσλειτουργική γαλλο-γερμανική σχέση και αυξανόμενη επιρροή για τα μεσαία κράτη όπως η Ισπανία και η Ολλανδία, από νέες διεισδύσεις μεταξύ των θεσμικών οργάνων και από μια πιο πολιτικοποιημένη ευρωπαϊκή κοινωνική σφαίρα. Μια νέα εποχή – πιο κατακερματισμένη, πιο πολιτική, πιο ρευστή – αρχίζει στην Ευρώπη».
Ο Economist σημειώνει ότι για δεκαετίες οι εθνικοί ηγέτες υπαγόρευαν τις επιλογές τους, αλλά το 2009 το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έλαβε το δικαίωμα να εκλέξει τον πρόεδρό του και το 2014 ήρθε η επονομαζόμενη διαδικασία Spitzenkandidat, με την οποία μόνο ο ορισθείς “υποψήφιος” μιας κοινοβουλευτικής ομάδας – μάλλον της μεγαλύτερης αλλά χωρίς αυτό να είναι αναγκαίο – μπορεί να πάρει τη θέση.
Την εποχή εκείνη ο Ζαν Κλοντ Γιούνκερ χρωστούσε την πλειοψηφία του στις δύο μεγάλες ομάδες: το κεντροδεξιό ευρωπαϊκό λαϊκό κόμμα (ΕΛΚ) και τους σοσιαλιστές και δημοκράτες. Το συμβούλιο δεν το περίμενε αυτό και αναγκάστηκε να τον αποδεχθεί. Και πάλι, μετά τις ευρωπαϊκές εκλογές της περασμένης εβδομάδας, το ΕΛΚ είναι η μεγαλύτερη ομάδα. Και πάλι οι σοσιαλιστές είναι δεύτεροι. Αλλά και οι δύο υπέστησαν μεγάλες απώλειες.
Ο Μάνφρεντ Βεμπερ, ο επικεφαλής υποψήφιος του ΕΛΚ, θα πρέπει να κερδίσει όχι μόνον τη σοσιαλιστική ομάδα αλλά και πολλούς φιλελεύθερους και πράσινους βουλευτές. Δεδομένου ότι στο παρελθόν είχε προσεγγίσει τον αυταρχικό πρωθυπουργό της Ουγγαρίας Βικτορ Ορμπαν, αυτό θα είναι δύσκολο. Στο συμβούλιο έχει την υποστήριξη της Γερμανίδας καγκελάριου Μέρκελ, αλλά συναντά σθεναρή αντίσταση από τον Γάλλο πρόεδρο, τον Εμμανουέλ Μακρόν και άλλους, οι οποίοι περιφρονούν την έλλειψη εκτελεστικής του εμπειρίας.
Η ομάδα διαφωνεί για πολλά θέματα – ο Ολλανδός πρωθυπουργός Μαρκ Ρούτε είναι τρομαγμένος από τα ομοσπονδιακά δημοσιονομικά σχέδια του Μακρόν – αλλά είναι ενωμένοι στην αντίθεση τους προς τον Βέμπερ καθώς και σε θέματα όπως η κλιματική αλλαγή όπου θέλουν η ΕΕ να κάνει περισσότερα και πιο γρήγορα. Το αποτέλεσμα αυτών των αντιπαραθέσεων είναι ότι οι πιθανότητες του Βεμπερ, αν και όχι αμελητέες, δεν είναι μεγάλες. Αυτό αφήνει μια σειρά εναλλακτικών υποψηφίων, συμπεριλαμβανομένων τριών πιθανών πρωτοπόρων: του Φρανς Τίμερμανς, της Μαργκρέτε Βεστάγκερ και του Μισέλ Μπαρνιέ.
Η επιλογή όποιου κερδίσει τη θέση θα επηρεάσει την κατανομή των άλλων κενών θέσεων της ΕΕ: εκείνες του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, του «υψηλού εκπροσώπου» του για τις εξωτερικές υποθέσεις και του προέδρου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Οι ηγέτες θα προσπαθήσουν να επιβάλουν κάποια γεωγραφική και ιδεολογική ισορροπία. Μια φιλελεύθερη σκανδιναβή ////
ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ
«Η διαδικασία με την οποία κατανέμονται έχει αλλάξει… Ο νέος πενταετής πολιτικός κύκλος της ΕΕ δεν αναμένεται να ξεκινήσει κανονικά μέχρι τις αρχές του 2020. Αλλά τα διάφορα χαρακτηριστικά της επόμενης θεσμικής φάσης θα γίνουν σαφή στη μάχη για τις μεγάλες θέσεις εργασίας. Θα χαρακτηρίζεται από μια ολοένα και δυσλειτουργική γαλλο-γερμανική σχέση και αυξανόμενη επιρροή για τα μεσαία κράτη όπως η Ισπανία και η Ολλανδία, από νέες διεισδύσεις μεταξύ των θεσμικών οργάνων και από μια πιο πολιτικοποιημένη ευρωπαϊκή κοινωνική σφαίρα. Μια νέα εποχή – πιο κατακερματισμένη, πιο πολιτική, πιο ρευστή – αρχίζει στην Ευρώπη».
Ο Economist σημειώνει ότι για δεκαετίες οι εθνικοί ηγέτες υπαγόρευαν τις επιλογές τους, αλλά το 2009 το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έλαβε το δικαίωμα να εκλέξει τον πρόεδρό του και το 2014 ήρθε η επονομαζόμενη διαδικασία Spitzenkandidat, με την οποία μόνο ο ορισθείς “υποψήφιος” μιας κοινοβουλευτικής ομάδας – μάλλον της μεγαλύτερης αλλά χωρίς αυτό να είναι αναγκαίο – μπορεί να πάρει τη θέση.
Την εποχή εκείνη ο Ζαν Κλοντ Γιούνκερ χρωστούσε την πλειοψηφία του στις δύο μεγάλες ομάδες: το κεντροδεξιό ευρωπαϊκό λαϊκό κόμμα (ΕΛΚ) και τους σοσιαλιστές και δημοκράτες. Το συμβούλιο δεν το περίμενε αυτό και αναγκάστηκε να τον αποδεχθεί. Και πάλι, μετά τις ευρωπαϊκές εκλογές της περασμένης εβδομάδας, το ΕΛΚ είναι η μεγαλύτερη ομάδα. Και πάλι οι σοσιαλιστές είναι δεύτεροι. Αλλά και οι δύο υπέστησαν μεγάλες απώλειες.
Ο Μάνφρεντ Βεμπερ, ο επικεφαλής υποψήφιος του ΕΛΚ, θα πρέπει να κερδίσει όχι μόνον τη σοσιαλιστική ομάδα αλλά και πολλούς φιλελεύθερους και πράσινους βουλευτές. Δεδομένου ότι στο παρελθόν είχε προσεγγίσει τον αυταρχικό πρωθυπουργό της Ουγγαρίας Βικτορ Ορμπαν, αυτό θα είναι δύσκολο. Στο συμβούλιο έχει την υποστήριξη της Γερμανίδας καγκελάριου Μέρκελ, αλλά συναντά σθεναρή αντίσταση από τον Γάλλο πρόεδρο, τον Εμμανουέλ Μακρόν και άλλους, οι οποίοι περιφρονούν την έλλειψη εκτελεστικής του εμπειρίας.
Η ομάδα διαφωνεί για πολλά θέματα – ο Ολλανδός πρωθυπουργός Μαρκ Ρούτε είναι τρομαγμένος από τα ομοσπονδιακά δημοσιονομικά σχέδια του Μακρόν – αλλά είναι ενωμένοι στην αντίθεση τους προς τον Βέμπερ καθώς και σε θέματα όπως η κλιματική αλλαγή όπου θέλουν η ΕΕ να κάνει περισσότερα και πιο γρήγορα. Το αποτέλεσμα αυτών των αντιπαραθέσεων είναι ότι οι πιθανότητες του Βεμπερ, αν και όχι αμελητέες, δεν είναι μεγάλες. Αυτό αφήνει μια σειρά εναλλακτικών υποψηφίων, συμπεριλαμβανομένων τριών πιθανών πρωτοπόρων: του Φρανς Τίμερμανς, της Μαργκρέτε Βεστάγκερ και του Μισέλ Μπαρνιέ.
Η επιλογή όποιου κερδίσει τη θέση θα επηρεάσει την κατανομή των άλλων κενών θέσεων της ΕΕ: εκείνες του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, του «υψηλού εκπροσώπου» του για τις εξωτερικές υποθέσεις και του προέδρου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Οι ηγέτες θα προσπαθήσουν να επιβάλουν κάποια γεωγραφική και ιδεολογική ισορροπία. Μια φιλελεύθερη σκανδιναβή ////
ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ