Γράφει ο Αναστάσιος Λαυρέντζος
Πριν από λίγες ημέρες ανακοινώθηκαν από την Ελληνική Στατιστική Αρχή τα ετήσια στοιχεία γεννήσεων και θανάτων του ελληνικού πληθυσμού για το 2017. Σύμφωνα με αυτά: Πρώτον, οι γεννήσεις στην Ελλάδα κατά το 2017 μειώθηκαν στις 88.553, καταγράφοντας ετήσια πτώση κατά 4,7%. Δεύτερον, αντίστοιχα οι θάνατοι αυξήθηκαν κατά 4,8% σε σχέση με to 2016, φτάνοντας τους 124.501. Τρίτον, από τα παραπάνω προκύπτει ότι το φυσικό ισοζύγιο (δηλαδή η διαφορά γεννήσεων-θανάτων) επιδεινώθηκε περαιτέρω στη χρονιά που πέρασε, φθάνοντας στα –35.948 άτομα.
Δηλαδή ο πληθυσμός της χώρας, μόνο από την υστέρηση των γεννήσεων έναντι των θανάτων, και χωρίς να συνυπολογίζονται οι μεταναστευτικές εκροές Ελλήνων, μειώθηκε κατά 36 χιλιάδες άτομα μέσα σε ένα έτος. Πιο απλά, μέσα σε μια χρονιά χάθηκε μια πόλη, όπως το Ρέθυμνο ή η Καρδίτσα.
Επισημαίνεται ότι το 2017 είναι η έβδομη συναπτή χρονιά που το φυσικό ισοζύγιο του ελληνικού πληθυσμού είναι αρνητικό (βλ. Πίνακα), και όπως προκύπτει από τα ήδη διαθέσιμα στοιχεία, το 2018 θα είναι με βεβαιότητα η όγδοη. Βλέποντας κανείς αυτά τα δεδομένα, θα μπορούσε εύλογα να υποθέσει ότι οφείλονται στην οικονομική κρίση, και άρα, είναι αντιστρεπτά. Δυστυχώς αυτό δεν είναι αληθές. Η οικονομική κρίση επιβαρύνει σημαντικά τις δημογραφικές εξελίξεις, αλλά δεν τις γεννά.
Στην πραγματικότητα, αυτό που παρατηρούμε, είναι η από καιρό προβλεπόμενη είσοδος του ελληνικού πληθυσμού σε φάση δημογραφικής κατάρρευσης, η οποία έχει ως αίτιο τη μακροχρόνια υπογεννητικότητά του. Πράγματι, μετά την δραματική πτώση των γεννήσεων τη δεκαετία του 1980, η ίδια η Βουλή είχε ασχοληθεί με το θέμα και σχετικά είχε συντάξει το 1992 ένα πόρισμα για τη δημογραφική πολιτική που έπρεπε να ακολουθηθεί.
Έκτοτε μεσολάβησαν τρεις περίπου δεκαετίες, χωρίς πρακτικά να γίνει κάτι, και με τον ρυθμό γεννήσεων να παραμένει χαμηλός, πολύ κάτω από την ελάχιστη απαιτούμενη τιμή των 2,1 παιδιών ανά γυναίκα. Στο πρώτο μισό αυτής της περιόδου (1990-2005), ο ελληνικός λαός γέρασε αλλά δεν αυξήθηκε. Στη δεκαετία του 1990 οι γεννήσεις ισοσκέλιζαν ακόμη τους θανάτους, με αποτέλεσμα το πρόβλημα να μην είναι ιδιαίτερα ορατό.
Μασκάρισμα προβλήματος
Σε αυτό το «μασκάρισμα» του προβλήματος, ρόλο έπαιξαν και οι γεννήσεις των μεταναστών του πρώτου κύματος, οι οποίες, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, μετά το 2000 ήταν περίπου το 17% των συνολικών γεννήσεων στη χώρα.
Αυτές οι γεννήσεις από αλλοδαπές μητέρες και ορισμένες πρόσθετες γεννήσεις από Ελληνίδες μητέρες, οι οποίες ήταν αποτέλεσμα των κινήτρων (για τριτέκνους) που δόθηκαν από τις κυβερνήσεις της περιόδου 2005-2009, προσέφεραν μια προσωρινή ανάκαμψη γεννήσεων, η οποία όμως δεν είχε συνέχεια. Μετά το 2010 θα ενέπιπτε η οικονομική κρίση, η οποία θα ενταφίαζε κάθε προσπάθεια για δημογραφική πολιτική. Έκτοτε, όχι μόνο δεν υπάρχει καμία προσπάθεια για την αντιμετώπιση του δημογραφικού προβλήματος, αλλά τα μέτρα που λαμβάνονται, το επιβαρύνουν περαιτέρω.
Σχετικά, είναι χαρακτηριστικό ότι όχι μόνο καταργήθηκαν σχεδόν όλα τα επιδόματα πολυτέκνων (με μόνη ουσιαστική εξαίρεση το επίδομα τέκνων Α21), αλλά και η φορολογία μιας τετραμελούς οικογένειας στην Ελλάδα έγινε η βαρύτερη από τις όλες τις χώρες του ΟΟΣΑ. Φτάσαμε έτσι στο σημείο που υπουργοί της σημερινής κυβέρνησης δηλώνουν ότι το δημογραφικό πρόβλημα της χώρας θα λυθεί από την μαζική έλευση παράνομων μεταναστών από χώρες της Ασίας και της Αφρικής. Την ίδια ώρα, εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες διωγμένοι από την κρίση, μεταναστεύουν στο εξωτερικό, παίρνοντας μαζί τους και τις γεννήσεις που θα παρήγαν αν έμεναν στη χώρα.
Το βιολογικό τέλος του ελληνισμού
Τα παραπάνω, με απλά λόγια σημαίνουν ότι ο ελληνικός πληθυσμός βαδίζει σταθερά προς το βιολογικό του τέλος, όπως αυτό προδιαγράφεται εδώ και χρόνια από μελέτες και δημογραφικές προβολές. Μαζί του τερματίζει και ο ελληνισμός ως ζωντανή υπόσταση. Κι αυτή σίγουρα είναι η πλέον δραματική διαπίστωση, αφού αφορά το τέλος μιας ιστορικής πορείας σαράντα και πλέον αιώνων. Κανένα μυστήριο ή ασάφεια δεν υπάρχει σε όλα αυτά, διότι τα μαθηματικά είναι πάντα ξεκάθαρα και δεν επιδέχονται ωραιοποιήσεις.
Όσο οι Έλληνες δεν γεννούν αρκετά παιδιά, θα απομένουν όλο και λιγότεροι και θα γερνούν όλο και πιο πολύ. Ένα μόνο ερώτημα μένει αναπάντητο: τί είδους πολιτειακές, πολιτικές, πνευματικές και θρησκευτικές ηγεσίες έχει αυτός ο τόπος, που δεν βλέπουν, δεν καταλαβαίνουν ή δεν νοιάζονται για το ότι ο ελληνικός λαός έχει μπει σε έναν ολισθηρό δημογραφικό κατήφορο; Σε ποιό άλλο θέμα άραγε θα μπορούσαν να συμφωνήσουν, αν δεν μπορούν να ομονοήσουν τουλάχιστον σε αυτό; Δηλαδή, στο ότι απαιτείται επειγόντως η εκπόνηση μιας εθνικής δημογραφικής στρατηγικής, η οποία θα εφαρμοστεί σε ικανό βάθος χρόνου, με υπομονή και συνέπεια;
SLPress