του π.Δημητρίου Θεοφίλου
Η πρόσφατη επέτειος της γενοκτονίας του ποντιακού ελληνισμού, μας θυμίζει για άλλη μια φορά, πως ότι γίνεται επέτειος, είναι καταδικασμένο ιστορικά να λησμονείται 364 μέρες, και την μια μέρα του χρόνου που απομένει, να εορτάζεται με τρόπο ελλειμματικό και ακρωτηριασμένο, σε σχέση με το πώς, το γιατί, το που και το πότε συνέβη, με τη μνήμη θολή και συγκεχυμένη γύρω από πρόσωπα, πράξεις, γεγονότα και παραλείψεις ιδιαζόντως ειδεχθή.
Οι κρυπτοχριστιανοί της ανατολής υπήρξαν και υπάρχουν, ως αντικειμενική πραγματικότητα, δίχως να έχει σημασία ο γεωγραφικός τους προσδιορισμός ή η πληθυσμιακή τους προσέγγιση, αυτό που έχει διαχρονική ιστορική αξία είναι ότι άντεξαν, αντέχουν και θα συνεχίσουν να υπάρχουν και μετά από εμάς που «αυτοχειρούμε (αυτοκτονούμε)» καθημερινά σε σχέση με τη πίστη, τη γλώσσα και την παραδοσιακή μας κουλτούρα, που θα μπορούσαν να μας συνδέσουν ως γέφυρες με το χθες και το αύριο, που θα μας κρατούσαν ζωντανούς σε καιρούς χαλεπούς και άστοργους σε μέρες άνυδρες και ματωμένες.
Αντίθετα εμείς ως ψευδοχριστιανοί της «ταμπέλας», εξαντλούμε την σχέση μας με τα παραπάνω, στο έθιμο, τη συνήθεια, τον οβάλ νέο-ελληνισμό μας, δίχως γωνίες που θα «προκαλούσαν» το εκσυγχρονισμένο περιβάλλον μέσα στο οποίο θέλουμε αταίριαστα και παρείσακτα να υπάρχουμε, δίχως να έχουμε κοινές αφετηρίες, πνεύματος και πολιτισμού μαζί του, μπαίνοντας μαζοχιστικά στη μέγγενη – πρέσα της παγκοσμιοποίησης, η οποία κονσερβοποιεί τυπολογικά τους λαούς, μη σεβόμενη τα χαρακτηριστικά και τις ιδιαίτερες εκείνες δεξιότητες, που τους ανέδειξαν στη θέση που βρίσκονται ως τώρα, στο «κάδρο» της ιστορίας.
Οι κρυπτοχριστιανοί επενδύουν στη συλλογική τους μνήμη και την διατηρούν επεκτείνοντάς την στο μέλλον, μέσα από τους απογόνους τους, η συλλογική τους ανάμνηση αποτελεί άμεση συσχέτιση με την υπαρξιακή τους μήτρα που τους φέρνει σε επαφή με την όντως αφετηρία του πνεύματός και των ψυχικών τους καταβολών, καθιστώντας τους οντολογικές υπάρξεις διαχρονικότητας, πέρα από την συμβατικότητα της νεωτερικότητας και της μετανεωτερικότητας, τις οποίες προσπερνούν και «διασκεδάζουν», ακριβώς επειδή δεν έχουν να τους πουν, ή να τους δώσουν τίποτε, εφ’ όσον αυτοί είναι εμπειρικοί και βιωματικοί «γευσιγνώστες» της όντως ζωής, η οποία στεριώνει «τα πόδια της» πάνω σε βωμούς, ικριώματα και εστίες, πόνου, διωγμών, μαρτυρίου και αιμάτων.
Διαμετρικά απέναντι από αυτή τη «κρυφή», «σιωπηρή» πραγματικότητα, βρίσκεται η εκκωφαντικά φληναφούσα, ψευδαίσθηση του δυτικού ψευδοχριστιανισμού, η οποία στοιχειοθετείται επάνω στο έθιμο, την ημιμάθεια, τον κρατικό – συνταγματικό νόμο και λοιπές παραισθησιογόνες καταστάσεις, που δεν επιτρέπουν να ξεκαθαρίσει το τοπίο και να διακρίνουμε τις χρόνιες αναπηρίες μας τις εμμονές και τις ενοχές μας, τις οποίες κουβαλάμε ως βαρίδια και άγκυρες, στο βυθό του ασυνειδήτου μας, από το χθες στο σήμερα προς το αύριο, εξαρτήσεις και πραμάτεια που μαθηματικά πλέον, από τούδε και στο εξής δεν θα μας επιτρέψουν να κινηθούμε άλλο, αλλά θα βαλτώνουμε θα βουλιάζουμε θα πνιγόμαστε, μέσα στις ίδιες τις στείρες συλλογικές φαντασιώσεις και εμμονές μας.
Η δουλεία, ο διωγμός, το μαρτύριο και ο πόνος, πάντα αναζωπύρωναν το φρόνημα των δεδιωγμένων αδίκως και ταλαιπωρημένων του κόσμου τούτου, με «αξιακό ιστίο» δυνατό και «καρίνα βαθειά» στην εσχατιά, του πολιτισμικού μας «είναι» και διαχρονικώς «υπάρχειν». που δεν επιτρέπει την ανατροπή και το βούλιαγμα, στις θάλασσες των τυφώνων, των σειρήνων, των συμπληγάδων, της Σκύλας και της Χάρυβδης, προδιαγράφοντας ένα «ταξίδι» λιτό και ταπεινό, μα ελπιδοφόρο.
Τι απαιτείται λοιπόν το ψευδό- να συναντήσει το κρυπτό- και να γονιμοποιηθεί σε αληθινό- ;
Απαιτείται ειλικρίνεια για τη πραγματικότητά που βιώνουμε, όσο αβάσταχτα ελαφρύ και αν έχει καταντήσει το «είναι» μας, απαιτείται απεμπλοκή από το εικονικό «φαίνεσθαι», απαιτείται σβήσιμο και επανεκκίνηση, με ελπίδα που εστιάζει στο αθώο βλέμμα και χαμόγελο των παιδιών μας, από όπου θα αντλήσουμε την αστείρευτη δύναμη να πέσουμε στη «φωτιά» εμείς, για να έχουν αυτά, ένα καλύτερο πιο φαεσφόρο αύριο, με περισσότερη δικαιοσύνη, ισοτιμία, αξιοπρέπεια και αδελφοσύνη.