Κυριακή, 27 Νοεμβρίου 2011
Με τα πόδια από τη Σιβηρία στο Άγιον Όρος!
Ξέρω ότι όσοι σκέφτονται την κόλαση δε θα φθάσουν εκεί και ο Σέργιος είναι ένας απ’ αυτούς.Έφυγε πριν από 14 χρόνια – ήταν τότε 15 χρονών– με τα πόδια για το Άγιον Όρος! Και μετά από επτάμιση μήνες έφτασε στο περιβόλι της Παναγίας.
Ξεκίνησε από το Τομπολσκ (δυτική Σιβηρία) & δια μέσω Εκατερινμπουργκ, Σαμάρα, Σαράτωβ, Ροστόβ και Ντον, έφτασε στην Ουκρανία μέσω Ντόνετσκ, Κέρσον (εδώ κόντεψε να πνιγεί στον ποταμό Νίπρου, όπου τον έσωσαν κάποιοι ψαράδες), Οδησσό, Βεσσαραβία και πέρασε στη Ρουμανία όπου διέσχισε τον Δούναβη κολυμπώντας 45 λεπτά, έπειτα Βουλγαρία και Ελλάδα, όπου έφτασε στο Άγιον Όρος.
Η αλήθεια είναι ότι όπου υπάρχει θάρρος, υπάρχει και αγιοσύνη. Μεγάλη εμπιστοσύνη στην Παναγία είχε ο Σεργκέι Αλεξέεβιτς. Η Μπορογκόντνιτσα, όπως ο ίδιος λέει, με προστάτευσε και δεν αισθάνθηκα να με πιέζουν τα επίγεια και οι βιοτικές ανάγκες.
Ο Σεργέι είναι ένας νεαρός και φτωχός μοναχός, που δεν έχει τίποτα στον κόσμο. Είναι 29 ετών και βρίσκεται στο Αγ. Όρος ήδη 14 χρόνια. Ασκητεύει σ’ ένα από τα πιο σκληρά μέρη του Όρους – στα Καρούλια- και είναι υποτακτικός του Αββα Παμβώ.
Οι μοναχοί αυτού του τόπου είναι πραγματικά σταυρωμένοι μεταξύ ουρανού και γης και σε πολλούς απ’ αυτούς δε μπορείς να φτάσεις εάν δε σου ρίξουν μια σκάλα.
Όταν είδα για πρώτη φορά τον Σέργιο είπα ¨κοίτα ένας αληθινός χριστιανός που δεν έχει καθόλου πονηρία¨ εξαιτίας της ψυχικής γαλήνης με την οποία με πλησίασε. Είχε έρθει στη σκήτη Λάκκου, για τη γιορτή του Αγ. Δημητρίου κι ενώ εμείς είχαμε έρθει με το λεωφορείο, αυτός είχε έρθει από την Αγ. Παύλου περπατώντας τρεις ώρες.
Ήρθε και μου μίλησε με τα ελάχιστα ρουμάνικα που γνώριζε, αλλά πέρα από τα λόγια, αισθάνθηκα ότι ο Σέργιος δεν έχει φέρει μαζί του στο Όρος καμία από τις πονηριές του αιώνος τούτου, ούτε μια βρώμικη σκέψη, αλλά μόνο την αθωότητα της παιδικής του ηλικίας. Και από πάνω θεωρεί ότι δεν υπέφερε αρκετά ακόμη κι αν οι γονείς του – γιατροί χειρούργοι και οι δύο – σκοτώθηκαν στην Τσετσενία όταν ο Σέργιος ήταν 12 ετών.¨Τι είναι τα βάσανα μου μπροστά σ΄ αυτά του Χριστού; ¨ Αυτόν την αδελφή του και τον αδελφό του, τους υιοθέτησε μια οικογένεια γιατρών, χειρουργοί και αυτοί, οι οποίοι πήγαν στην Τσετσενία αλλά γλύτωσαν. Απαλλαγμένος από τις βιοτικές μέριμνες, έχει τόσην ελευθερία, που εμείς του κόσμου δύσκολα μπορούμε να την αποκτήσουμε. Γι’ αυτό αλλά και για την παντοτινή του χαρά να βλέπει στον καθένα μας το Θεό, τον ζήλεψα. Όταν τον ρώτησα,τι έκανε με το σχολείο αφού έφυγε από το σπίτι τόσο νωρίς, μου είπε. «Αν ήξερα όσα ξέρετε εσείς και δεν ήξερα πώς να σώσω την ψυχή μου, τι θα μου χρησίμευε;».
''Εφοίτησα λίγους μήνες στην Αθωνιάδα και κατάλαβα ότι όπου υπάρχει η σοφία του Θεού, δε χρειάζεται η εγκόσμια μόρφωση. Το Θεό μπορείς να Τον αγαπήσεις, αλλά ποτέ να Τον σκεφτείς.''
Αμήν, του απάντησα, ενώ κατεβαίναμε το μονοπάτι μεταξύ Σιμωνόπετρας και Γρηγορίου για τη γιορτή της Αγίας Αναστασίας της Ρωμαίας. Είπαμε κι άλλα με το Σέργιο, στον οποίο όλο φώναζα, ¨ Σιγά πιο σιγά¨. Μου έλεγε ότι δε μπορεί να πάει πιο σιγά επειδή πάντοτε σκέφτεται το θάνατο, την κόλαση, την κρίση – άλλες φορές τον παράδεισο και την Ανάσταση- και ξεχνάει να περπατήσει αργά.
Φθάσαμε αργά και δεν ξεκουραστήκαμε παρά στις τρεις το πρωί και για δύο ώρες. Το πρωί χαιρετηθήκαμε επειδή ο αββάς Παμβώ του είχε δώσει τριήμερη άδεια για να προσκυνήσει και τώρα βιαζόταν να επιστρέψει στην υπακοή του.