Ο πρώτος άνθρωπος που περιέφραξε ένα κομμάτι γης και σκέφτηκε να πει “αυτό είναι δικό μου” και βρήκε ανθρώπους τόσο αφελείς ώστε να τον πιστέψουν ήταν ο πραγματικός θεμελιωτής της πολιτικής κοινωνίας.
Από πόσα εγκλήματα δεν θα είχε γλιτώσει το ανθρώπινο γένος αν κάποιος είχε βγάλει τους πασσάλους και σκεπάσει με χώμα τα χαντάκια και φώναζε στους συνανθρώπους του:
“Προσοχή στα λόγια αυτού του απατεώνα, είστε χαμένοι αν ξεχάσετε ότι οι καρποί της γης ανήκουν σε όλους και η ίδια η γη σε κανέναν”
Ο Jean Jacques Rousseau θα αναγνώριζε αυτή τη στιγμή. Τώρα δεν είναι η γη που περικλείουν οι απατεώνες, αλλά όλος ο υπόλοιπος φυσικός κόσμος. Σε πολλές χώρες, και ειδικά στο Ηνωμένο Βασίλειο, η φύση αποτιμάται και εμπορευματοποιείται, έτσι ώστε να μπορεί να ανταλλαχθεί με μετρητά.
Η προσπάθεια ξεκίνησε με ζήλο από την προηγούμενη κυβέρνηση. Με κόστος £ 100.000, ανέθεσε σε μια ερευνητική εταιρεία να βγάλει μια συνολικά ετήσια τιμή για τα οικοσυστήματα της Αγγλίας. Αφού πήρε τα χρήματα, η εταιρεία ανέφερε ότι αυτή η άσκηση ήταν «θεωρητικά δύσκολο να ολοκληρωθεί και ότι, κατά την άποψη ορισμένων, δεν ήταν μια θεωρητικά σωστή προσπάθεια». Μερικές από τις υπηρεσίες που παρέχουν τα οικοσυστήματα της Αγγλίας, τόνισε, «μπορεί στην πραγματικότητα να είναι άπειρης αξίας».
Αυτή η σπάνια αναλαμπή κοινής λογικής δεν κατάφερε να αποθαρρύνει τη σημερινή κυβέρνηση από την προσπάθεια να βάλει πρώτη μια τιμή στη φύση και, στη συνέχεια, να δημιουργήσει μια αγορά στην διάθεσή της. Το Ηνωμένο Βασίλειο έχει τώρα μια Επιτροπή Φυσικού Κεφαλαίου, μια Ομάδα Εργασίας για τα Οικοσυστήματα και ένα εμπνευσμένο νέο λεξιλόγιο. Δεν την ονομάζουμε πια φύση: τώρα ο σωστός όρος είναι «φυσικό κεφάλαιο». Οι φυσικές διεργασίες έχουν γίνει «υπηρεσίες του οικοσυστήματος», δεδομένου ότι υπάρχουν μόνο για να μας εξυπηρετούν. Λόφοι, δάση και λεκάνες απορροής ποταμών είναι τώρα «πράσινες υποδομές, ενώ η βιοποικιλότητα οι οικότοποι είναι «κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων» μέσα σε μια «αγορά οικοσυστημάτων». Σε όλα θα δοθεί μια τιμή και όλα θα γίνουν εξαργυρώσιμα.
Το επιχείρημα υπέρ αυτής της προσέγγισης είναι συγκροτημένο και ευλογοφανές. Οι επιχειρήσεις σήμερα αντιμετωπίζουν το φυσικό κόσμο σα να μην αξίζει τίποτα. Τιμολογώντας τη φύση και ενσωματώνοντας αυτή την τιμή στο κόστος των αγαθών και των υπηρεσιών δημιουργείται ένα οικονομικό κίνητρο για την προστασία της. Σίγουρα είναι ελκυστικό, τόσο για τις επιχειρήσεις όσο και για το κράτος. Η Ομάδα Εργασίας για την Αγορά Οικοσυστημάτων κάνει λόγο για «σημαντικές δυνατότητες ανάπτυξης σε αγορές που σχετίζονται με τη φύση – της τάξης των δισεκατομμυρίων λιρών σε παγκόσμιο επίπεδο».
Η εμπορευματοποίηση, η οικονομική μεγέθυνση, οι αφηρημένη οικονομία, η εξουσία των εταιρειών: αυτές δεν είναι οι διαδικασίες που οδηγούν την παγκόσμια περιβαλλοντική κρίση; Τώρα μας λένε ότι για να σωθεί η βιόσφαιρα χρειαζόμαστε περισσότερο από αυτές.
Οι πληρωμές για τις υπηρεσίες των οικοσυστημάτων μου φαίνονται σαν το προοίμιο της μεγαλύτερης ιδιωτικοποίησης από τότε που ο απατεώνας του Rousseau αξίωσε για πρώτη φορά την αποκλειστικότητα πάνω στη γη. Η κυβέρνηση έχει ήδη αρχίσει να περιγράφει τους ιδιοκτήτες γης ως «πάροχους» των υπηρεσιών οικοσυστήματος, σα να είχαν δημιουργήσει τη βροχή και τους λόφους και τα ποτάμια και την άγρια φύση που τους κατοικεί. Θα πληρώνονται για τις υπηρεσίες αυτές, είτε από την κυβέρνηση είτε από «χρήστες». Ακούγεται σαν το σχέδιο για το ΕΣΥ.
Η ιδιοκτησία γης από την εποχή του πρώτου απατεώνα περιλάμβανε την σταδιακή συσσώρευση αποκλειστικών δικαιωμάτων, τα οποία κατασχέθηκαν από το λαό. Οι πληρωμές για υπηρεσίες οικοσυστήματος προεκτείνουν την καταπάτηση με το διορισμό του ιδιοκτήτη της γης ως ιδιοκτήτη και υποκινητή της άγριας ζωής, της ροής του νερού, του κύκλου του άνθρακα, των φυσικών διεργασίων που προηγουμένως θεωρούνταν ότι ανήκουν σε όλους και σε κανέναν.
Αλλά δεν τελειώνει εκεί. Μόλις ένας πόρος έχει εμπορευματοποιηθεί, έρχονται οι κερδοσκόποι και οι έμποροι. Η Ομάδα Εργασίας για την Αγορά Οικοσυστημάτων μιλά τώρα για «αξιοποίηση της χρηματοοικονομικής εξειδίκευσης του Σίτυ για να αξιολογηθούν οι τρόποι που αυτές οι ανάμικτες πηγές εσόδων και τιτλοποιήσεις ενισχύουν την απόδοση της επένδυσης ενός περιβαλλοντικού ομολόγου» . Αυτό δίνει μια ιδέα για το πόσο μακριά αυτή η διαδικασία έχει προχωρήσει – και για τη μπουρδολογία που έχει αρχίσει να παράγει.
Ήδη η κυβέρνηση αναπτύσσει μια αγορά για την εμπορία της άγριας ζωής, πειραματιζόμενη με αυτό που αποκαλεί «αντιστάθμιση της βιοποικιλότητας». Αν μια μεταλλευτική εταιρεία θέλει να καταστρέψει ένα σπάνιο λιβάδι, για παράδειγμα, μπορεί να αγοράσει άφεση αμαρτιών πληρώνοντας κάποιον για να δημιουργήσει ένα άλλο κάπου αλλού (σημ.: αυτό συμβαίνει ήδη, και εδώ στην Ελλάδα). Η κυβέρνηση προειδοποιεί ότι αυτές οι ανταλλαγές πρέπει να χρησιμοποιούνται μόνο για να αντισταθμιστεί μια «πραγματικά αναπόφευκτη ζημία» και «δεν πρέπει να γίνουν μια άδεια για καταστροφή». Αλλά από τη στιγμή που η βασική αρχή έχει καθιερωθεί και η αγορά λειτουργεί, για πόσο καιρό θα εκτιμούν ότι η αυτή η γραμμή θα κρατήσει; Η φύση, κάτω από αυτό το σύστημα, θα γίνει εμπορεύσιμη όπως όλα τα άλλα.
Όπως και άλλες πτυχές του νεοφιλελευθερισμού, η εμπορευματοποίηση της φύσης ματαιώνει τη δημοκρατική επιλογή. Δεν θα είμαστε πλέον σε θέση να υποστηρίζουμε ότι ένα οικοσύστημα ή ένα τοπίο πρέπει να προστατευθεί γιατί μας δίνει απόλαυση και θαυμασμό. Θα μας πούνε ότι η εγγενής του αξία έχει ήδη υπολογιστεί και, χωρίς αμφιβολία, ότι αποδεικνύεται πως αξίζει λιγότερο από ό,τι οι άλλες χρήσεις για τις οποίες θα μπορούσε να διατεθεί η γη. Η αγορά μίλησε: τέλος της συζήτησης.
Όλα αυτά τα μπερδεμένα, υποκειμενικά θέματα, οι κινητήριες δυνάμεις της δημοκρατίας, θα επιλυθούν σε μια στήλη με αριθμούς. Οι κυβερνήσεις δεν θα χρειάζεται να ρυθμίσουν. Η αγορά θα πάρει τις αποφάσεις που οι πολιτικοί αποφεύγουν. Αλλά το εμπόριο είναι ένας άστατος αφέντης, και δεν ανταποκρίνεται σε κανέναν παρά μόνο σε εκείνους με τα λεφτά. Η κοστολόγηση και πώληση της φύσης αποτελεί άλλη μια μεταβίβαση εξουσίας στις εταιρείες και τους πολύ πλούσιους.
Μας μειώνει, μειώνει τη φύση. Μετατρέποντας τον φυσικό κόσμο σε μια θυγατρική της εταιρικής οικονομίας, επαναβεβαιώνει το βιβλικό δόγμα της κυριαρχίας. Τεμαχίζει τη βιόσφαιρα σε συστατικά εμπορεύματα: ήδη η ομάδα εργασίας της κυβέρνησης μιλάει για «διαχωρισμό» των υπηρεσιών οικοσυστήματος, έναν όρο που δανείστηκε από προηγούμενες ιδιωτικοποιήσεις. Αυτό μπορεί να έχει νόημα από οικονομική άποψη. Δεν έχει κανένα οικολογικό νόημα. Όσο περισσότερο μαθαίνουμε για το φυσικό κόσμο, τόσο περισσότερο ανακαλύπτουμε ότι οι λειτουργίες του δεν μπορούν να διαχωριστούν με ασφάλεια.
Σπάνια θα είναι τα λεφτά που θα βγουν από την προστασία της φύσης συγκρίσιμα με τα λεφτά που βγουν από την καταστροφή της. Η φύση προσφέρει χαμηλά ποσοστά απόδοσης σε σύγκριση με άλλες επενδύσεις. Αν επιτρέψουμε να μετατοπιστεί η συζήτηση από τις αξίες στην αξία – από την αγάπη στην απληστία – παραχωρούμε το φυσικό κόσμο στις δυνάμεις που τον καταστρέφουν. Tραβήξτε τους πασσάλους, γεμίστε το χαντάκι, πάλι μας εξαπατούν.