Ο Τάκης (Δημήτρης) Σβίγγος θεωρείται από τις πιο εμβληματικές φυσιογνωμίες στο ποδόσφαιρο της Βικτώριας. Αν και απουσιάζει από την ενεργό δράση τα τελευταία 12 χρόνια, οι παλαιότεροι θυμούνται τα σπουδαία κατορθώματά του στη Νέα Ελλάς, τον Εθνικό Caulfield, τον ΠΑΟΚ Altona και τη Δόξα Yarraville. Μεγαλούργησε ως ποδοσφαιριστής στον Βύζαντα Μεγάρων την δεκαετία του ’60, ενώ στα τέλη της ίδιας δεκαετίας στη Μελβούρνη φόρεσε τα «κιτρινόμαυρα» του Αλέξανδρου και, αργότερα, τις φανέλες της Αθηνάς και του Port Melbourne. Ο Τάκης Σβίγγος συνέδεσε το όνομά του με μεγάλες, λαμπρές επιτυχίες. Η σύντομη ποδοσφαιρική του καριέρα στην Ελλάδα συνδέθηκε με την περίοδο ακμής της ομάδας των Μεγάρων Βύζαντα, ενώ αργότερα εξελίχθηκε σε έναν από τους σημαντικότερους προπονητές της Βικτώριας.

Advertisement

Η Νέα Ελλάς τον συμπεριέλαβε τόσο ως προπονητή και παίκτη στην ομάδα του αιώνα ενώ τόσο η Δόξα όσο και ο Εθνικός -που έπαψε να υπάρχει από τις αρχές τις δεκαετίας του ’90- τον τίμησαν ως τον καλύτερο προπονητή που πέρασε.

Αν δει κανείς τα επιτεύγματα του Τάκη Σβίγγου, δίκαια τον κατατάσσει στους σημαντικότερους ελληνικής καταγωγής προπονητές της Πολιτείας εκεί που βρίσκονται με βάση το έργο τους ο Μανώλης Πουλακάκης, ο Γιαννέλος Μαργαρίτης, ο Άγγελος Ποστέκογλου και σήμερα οι Γιάννης Αναστασιάδης και Γιώργος Κατσάκης.

Ο Τάκης Σβίγγος, γεννήθηκε και μεγάλωσε στο προσφυγικό συνοικισμό των Μεγάρων το Μελί και είναι το μεγαλύτερο από τα πέντε παιδιά του Γιώργου και της Σοφίας Σβίγγου.

Εκεί πρωτόπαιξε μπάλα μαζί με τον Σάκη Κουβά που αργότερα μεγαλούργησε τόσο στο Βύζαντα όσο και τον Παναθηναϊκό. Φτωχικά τα χρόνια της οικογένειας Σβίγγου που έγιναν ακόμα πιο δύσκολα μετά τον ξαφνικό θάνατο του πατέρα του. Ο μικρός Τάκης αναλαμβάνει τα έξοδα της οικογενείας με τα χρήματα που εξασφαλίζει από τον Βύζαντα, τα οποία έδινε απευθείας στη μητέρα του ο παίκτης και προπονητής της ομάδας Θανάσης Μπέμπης. Ήταν η χρονιά που κάνει το αγωνιστικό του ντεμπούτο στις 19 Απριλίου κόντρα στον Παγχιακό στη νίκη του Βύζαντα με 8-0. Σημαντική στιγμή στην καριέρα του είναι η άνοδος της ιστορικής ομάδας των Μεγάρων στην Α’ Εθνική την σεζόν 1965-1966. Ο Βύζας τερματίζει δέκατος στη βαθμολογία, με τον Τάκη Σβίγγο να αγωνίζεται δεξί μπακ και να είναι από τους βασικούς, με συμπαίκτες τότε τους Κώστα Νεστορίδη, Γιώργο Πετρίδη, Σάκη Κουβά και προπονητή τον Σωτήρη Καρποδίνη.

«Ήταν απίστευτη η λατρεία του κόσμου, δεν μπορούσαμε να βγούμε από το σπίτι μας και αυτό ήταν λογικό, αφού τα Μέγαρα είναι επαρχιακή πόλη. Ακόμα και σήμερα θυμάμαι στιγμές από εκείνη την περίοδο της εφηβικής μου ηλικίας. Τα χρόνια αυτά είναι πολύ σημαντικά για μένα. Θυμάμαι τον Μάιο του 1964, ήταν να δώσω διαγωνίσματα στην τελευταία τάξη του Γυμνασίου, αλλά την ίδια μέρα παίζαμε με τον Παναθηναϊκό για το Κύπελλο Ελλάδας. Το έσκασα, δεν πήγα να γράψω γιατί το μυαλό μου ήταν στον αγώνα. Τελικά χάσαμε 3-0» λέει στη συνάντησή μας που έγινε στο φιλόξενο σπίτι του στο East Keilor και ενώ παρακολουθούσα με θαυμασμό τα δημοσιεύματα στο αρχείο του που διατηρεί από τότε.

Ο Τάκης Σβίγγος αγωνίζεται έναν ακόμα χρόνο στον Βύζαντα και στο τέλος της σεζόν προκύπτει το ενδιαφέρον του να έρθει στην Αυστραλία.

Ο Σταμάτης Βουρδαμής, που αγωνίστηκε στον Αλέξανδρο την περίοδο 1967-1968, μόλις είχε επιστρέψει στην Αθήνα. Τον συνάντησε και του εξέφρασε την επιθυμία του να έρθει στη Μελβούρνη. Τότε υπήρχε το πρόγραμμα της Γενικής Γραμματείας Αθλητισμού με την κυβέρνηση -λόγω του Μακεδονικού Ζητήματος- τροφοδοτούσε με ποδοσφαιριστές τον Αλέξανδρο. Όλα έγιναν πολύ γρήγορα και σε λίγες μέρες, στις 23 Αυγούστου, ο Τάκης ταξιδεύει αεροπορικώς για τη μακρινή ήπειρο, έτσι ώστε να υπογράψει στον Αλέξανδρο. Συναντά στην ομάδα τον ποδοσφαιριστή Αντρέα Φωκιανό, που γνώριζε από τα Μέγαρα και είχε έρθει εδώ λίγο νωρίτερα. Προπονητής του Μέγα ο Χρήστος Γεωργούσης και οι «κιτρινόμαυροι» περνούν άνετα το πρωτάθλημα της «Division One» και επανέρχονται στη μεγάλη κατηγορία της Βικτώριας. Όμως, η χρονιά δεν εξελίχθηκε καλά για τον Τάκη καθώς στα τελευταία ματς τραυματίζεται στο γόνατο και μένει για ένα χρόνο εκτός αγωνιστικής δράσης.

Advertisement

Το 1971 ο Νίκος Αλάμαρας, ο οποίος μόλις είχε αναλάβει την προεδρία της Αθηνάς, τον συναντά και του προτείνει διπλό ρόλο, παίκτη και προπονητή, στην ομάδα του Brunswick. Εκεί κερδίζει τον πρώτο ανεπίσημο τίτλο στο θερινό Κύπελλο Ελληνικών Ομάδων το 1972, που οργάνωσε o Κεραυνός (Νέα Ελλάς) στο Port Melbourne. Η κατάσταση στην Αθηνά δεν ήταν ιδιαίτερα καλή και ο Μάνος Μήλιος, που τότε ήταν προπονητής της Νέας Ελλάς, τον έφερε στην ομάδα που έμελλε να γίνει ο σημαντικότερος σταθμός στη διαδρομή του.

Η ομάδα του Port Melbourne -μετά την αγορά της East Melbourne Helvetic- είχε εγκατασταθεί στη σημερινή της έδρα, SS Anderson Reserve, και το 1974 ο Τάκης Σβίγγος παίζει και προπονεί την ομάδα την οποία οδηγεί στην κατάκτηση του πρωταθλήματος, ενώ παραμένει με τον ίδιο ρόλο στο λιμάνι μέχρι το 1979.

ΔΟΞΑ YARRAVILLE

1980-1981

Η παραμονή του Τάκη Σβίγγου στην ιστορική Δόξα ήταν μικρή, αλλά πλούσια και γεμάτη επιτυχίες. Το 1980 αναλαμβάνει την ομάδα και κερδίζει το πρώτο πρωτάθλημα στην ιστορία της Δόξας στην District League One και, μάλιστα, χωρίς ήττα, έχοντας 17 νίκες και 5 ισοπαλίες, με συντελεστή τερμάτων 71-10.

Την ίδια χρονιά κατακτά το Κύπελλο District και ο δήμαρχος της πόλης διοργανώνει δεξίωση με ελληνική ορχήστρα προς τιμήν της ομάδας, ενώ βραβεύει τον Έλληνα τεχνικό. Την επόμενη χρονιά η Δόξα τερματίζει δεύτερη στην PL 3 και κερδίζει συνεχόμενα την άνοδό της σε ανώτερη κατηγορία.

Ο Τάκης Σβίγγος στη συζήτησή μας χαρακτήρισε σημαντικό το πέρασμά του από το Yarraville τον οποίο βοήθησε στην μετέπειτα προπονητική του σταδιοδρομία.

ΕΘΝΙΚΟΣ CAULFIELD

1982-1987

Την επόμενη χρονιά, ο Τάκης Σβίγγος αναλαμβάνει την Caulfield City και, για μία ακόμα φορά, μεγαλουργεί. Ο Εθνικός κερδίζει «back to back» το πρωτάθλημα (1982-1983) και έπειτα τερματίζει δεύτερος (1984-1985) και η ελληνική ομάδα των ανατολικών προαστίων από την ML 4 βρίσκεται το 1986 στην μεγάλη κατηγορία της Βικτώριας.

Η ομάδα-θαύμα του Τάκη στη διοργάνωση του Κυπέλλου Βικτώριας (Dockerty Cup) το 1986 αφήνει εκτός οργάνωσης δύο ομάδες του εθνικού πρωταθλήματος NSL, στη φάση των «16» την Ελλάς Μελβούρνης στο Middle Park με 2-3 και μετέπειτα στα προημιτελικά την Footscray JUST στο Olympic Park με 2-0 στην παράταση.

Οι αυστραλιανές εφημερίδες ασχολήθηκαν με μία ομάδα που πριν από τέσσερα χρόνια αγωνιζόταν στη Δ’ Κατηγορία Metropolitan League και όλοι άρχισαν να υποκλίνονται στο μεγαλείο του Τάκη Σβίγγου. Ο αθλητικογράφος της «The Age», Laurie Schwab, χαρακτήρισε την ομάδα του Τάκη «Caulfield City The Giant Killers», αποκαλώντας τον Έλληνα τεχνικό κορυφαίο προπονητή της Βικτώριας. Ο Jose Mondez της SBS, τον χαρακτήρισε «μάγο» του ποδοσφαίρου, o Peter Desira της «Herald Sun» τον είχε σε μεγάλη υπόληψη όπως και ο Greg Blake, που έγραφε τότε στην «Soccer Action». Από την πλευρά του, ο φωτογράφος και αθλητικός συντάκτης, Les Shorrock, έγραψε χαρακτηριστικά: «Αν θέλετε να δείτε καλό ποδόσφαιρο να πάτε στο Bambra Rd, στο γήπεδο Princes Park, εκεί παίζει η Caulfield City».

Advertisement

Οι παροικιακές εφημερίδες είχαν ξεκινήσει από την προηγούμενη δεκαετία να γράφουν για τις ικανότητες του Τάκη Σβίγγου. Ένας μεγάλος φάκελος στο προσωπικό του αρχείο που μελέτησα με άρθρα που έγραψαν τότε οι Μάνος Μήλιος, Νίκος Κιτσάκης, Ηλίας Ντονούδης, Κώστας Νικολόπουλος, Πάνος Γεωργίου, Άλκης Μορέλας και Γεράσιμος Κατηφόρης.

Την εποχή εκείνη στον Εθνικό του 1986 ο Paul Harris κερδίζει στα βραβεία του VSF τον τίτλο του πολυτιμότερου παίκτη (Gold Medal) και το Bill Fleming Award, ενώ την ίδια χρονιά ο Άγγελος Κούτος παίρνει μεταγραφή στο Ελληνικό Πρωτάθλημα Α’ Εθνικής, στον Πιερικό, ο Χάρης Μιχαήλ στην Ελλάς και ο Άγγελος Γκουτζούλης που μετέπειτα έπαιξε στον Αλέξανδρο.

ΝΕΑ ΕΛΛΑΣ

1992-1996

Ο «Special One» επιστρέφει το 1992 και πάλι στο σπίτι του στη Νέα Ελλάς, την ομάδα που, όπως λέει, αγάπησε περισσότερο από κάθε άλλη. Όπως δέκα χρόνια πίσω ξεκινούσε το θαύμα του Caulfield, δέκα χρόνια αργότερα ξεκινά ένα καινούργιο, αυτό της μεγάλης τότε Νέας Ελλάς. Σε μια διετία, η ομάδα του Port Melbourne με μικρό μπάτζετ, αλλά μεγάλη καρδιά, πολύ μεράκι και απόλυτη πίστη, βρέθηκε με δύο συνεχόμενες ανόδους από την Division 2 στο Premier League και μέχρι τον τελικό των Play off, όπου γνώρισε την ήττα με 3-1 στο Middle Park από την δυνατή Preston που ένα χρόνο πριν έπαιζε στο NSL. Ο Τάκης Σβίγγος στη βραδιά απονομής επάθλων του VSF κατέκτησε τον τίτλο του κορυφαίου τεχνικού της Βικτώριας. Ύψιστη τιμή και αναγνώριση που του ανήκε δικαιωματικά ενώ στη εν λόγω βραδιά βραβεύεται και ο Πίτερ Ψαρρός με το χρυσό παπούτσι, ως πρώτος σκόρερ με 23 γκολ.

Η «απογείωση» αυτή ήταν ένα σημάδι για το τι θα επακολουθούσε την επόμενη σεζόν. Ομάδα με επίθεση-φωτιά ήταν αυτή του 1995, με τους Νίκο Τσάλτα, Τέρι Ριζόπουλο, τον ταχύτατο γιο του Γιώργο Σβίγγο και τον Νίκο Παπαδόπουλο, ένα από τα πιο πετυχημένα ρόστερ όλων των εποχών.

Ο Τάκης το 1995 επέβαλλε στους ποδοσφαιριστές το επιθετικό στυλ παιχνιδιού και η ομάδα τερματίζει πρώτη στο πρωτάθλημα Βικτώριας με 69 βαθμούς έχοντας τη δεύτερη της βαθμολογίας, Altona Magic, πίσω της με 22 βαθμούς διαφορά! Η συγκομιδή τερμάτων 60-13 (+47) με γκολκίπερ τον σπουδαίο Μιχάλη Λιλικάκη, να δέχεται κατά μέσο όρο 0.5 γκολ ανά αγώνα και ατσάλινη άμυνα με σέντερ μπακ τον εκρηκτικό τότε Dean Fak, τους Γιάννη Δημητρέλο, Κώστα Αργυρίου και Νίκο Παλαμάρα. Η Νέα Ελλάς δέχεται μόλις μία ήττα στο πρωτάθλημα και το αήττητο αυτό σερί έσπασε για πρώτη φορά στην προτελευταία (25η) αγωνιστική. Οι «καρχαρίες» έχουν απολογισμό 22 νίκες, 3 ισοπαλίες και μόλις μία ήττα και κατακτούν το Premiership (Minor Champions) πέντε αγωνιστικές πριν το φινάλε που είναι από το 1955 μέχρι σήμερα ρεκόρ πιο μεγάλης επίδοσης στη μεγάλη κατηγορία της Βικτώριας!

Advertisement

Στα τελικά, δυστυχώς, δεν υπήρχε ανάλογη καλή συνέχεια. Η ομάδα στο διπλό πλεονέκτημα χάνει την πρόκριση για τον τελικό στην παράταση από τους Altona Magic του Ian Dobson και έπειτα στα πέναλτι με το Bulleen του Peter Ollerton.

Μετά τον πατέρα Σβίγγο ήταν η σειρά του γιου του Γιώργου, το 1995 να κατακτήσει βραβείο -και μάλιστα διπλό- τη βραδιά απονομής του VSF, αυτό του πολυτιμότερου παίκτη των δημοσιογράφων «Bill Fleming», όπως έγινε δέκα χρόνια πριν με τον Paul Harris στον Εθνικό.

Ως προπονητής ο Τάκης Σβίγγος ζητούσε πειθαρχία και αγωνιστικό ήθος από τους παίκτες του. Ήταν, όμως, πολύ προληπτικός και όσοι τον έζησαν από κοντά το γνωρίζουν πολύ καλά.

«Τον Μανώλη Βάθη που ήταν πρόεδρος το 1995 τον εξανάγκασα -αφού τον ρώτησα τι φαγητό έφαγε το πρωί- να τρώει πρωινό λίγες ώρες πριν τον αγώνα, το ίδιο φαγητό τηγανητά αυγά με λουκάνικο, και αυτό έγινε για 25 εβδομάδες ενώ ένα χρόνο νωρίτερα ο Πίτερ Ψαρρός που έχασε την μία προπόνηση της Πέμπτης και αφού σκόραρε στον ακόλουθο αγώνα δύο φορές, δεν τον άφηνα συστηματικά για ένα διάστημα να προπονηθεί τις Πέμπτες, ακόμα και όταν ερχόταν στην προπόνηση» είπε και ενώ υπάρχουν ακόμα κι άλλες ατέλειωτες ιστορίες στο πέρασμα των χρόνων.

Ο ΠΑΟΚ EAST ALTONA

1997-98

Ο Τάκης Σβίγγος αποχαιρέτισε τη Νέα Ελλάς και άνοιξε πλώρη στη γειτονική Altona και εκεί ξεκινά ένα ακόμα ονειρεμένο ταξίδι για τον Έλληνα τεχνικό όπου πετυχαίνει ένα ακόμα back to back ανόδου, το τέταρτο στην καριέρα του ενώ ο ΠΑΟΚ με την καθοδήγησή του γίνεται μετά τον Εθνικό (1985) και τη Νέα Ελλάς (1993) η τρίτη ομάδα που ανεβαίνει για πρώτη φορά στο μεγάλο Premier League Βικτώριας.

Ο δικέφαλος των δυτικών προαστίων τερματίζει δεύτερος το 1997 στην SL2 και το 1998 στην SL1. Οι προτάσεις έφταναν από παντού και ο Τάκης Σβίγγος την επόμενη χρονιά αναλαμβάνει τον Παγκύπριο με τους «πράσινους» να έχουν μέτρια πορεία, τερματίζοντας στην πέμπτη θέση.

ΣΥΝΕΡΓΑΣΤΗΚΕ ΜΕ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ

Στο πέρασμα των χρόνων, ο Τάκης Σβίγγος γνώρισε εκατοντάδες ανθρώπους στο ποδόσφαιρο τόσο στην Ελλάδα όσο και στο τοπικό χώρο.

«Στον Βύζαντα ήμουν τυχερός γιατί έπεσα στον σπουδαίο άνθρωπο Θανάση Μπέμπη, ο οποίος πίστεψε σε μένα και αργότερα στον προπονητή που είχα στην ομάδα της Α’ Εθνικής τον Σωτήρη Καρποδίνη, που μου έδωσε την ευκαιρία να αγωνιστώ σε υψηλό επίπεδο.

Ο Τάκης Σβίγγος με την πλούσια τροπαιοθήκη του

Όταν ήρθα στην Αυστραλία, συνάντησα τον Αντρέα Φωκιανό και από τότε είμαστε καλοί φίλοι, ενώ ο Σάκης Ζαφειρόπουλος, που μόλις είχε έρθει στον Αλέξανδρο, ήταν πρόθυμος να με βοηθήσει στα πρώτα μου βήματα στην Αυστραλία.

Ο Νίκος Αλάμαρας στην Αθηνά με στήριξε οικονομικά και ηθικά, ενώ αργότερα στη Νέα Ελλάς συνάντησα ανθρώπους που με αγάπησαν και τους αγάπησα όπως ο Φίλιππος Πίκουλας που ήταν τότε γενικός αρχηγός, ο πρόεδρος Φίλιππος Σολδάτος, ο Άλκης Μορέλας και τους ξανασυναντώ στην μαγική εποχή του ’90.

Advertisement

Ο Αλέκος Λέκκας, καλός φίλος από τα παλιά, ήταν αυτός που επέμενε να επιστρέψω. Εκεί ήταν και ο Μανώλης Βάθης, ο Νίκος Ταβανλής και ο Φίλιππας Διαμαντάρης που διετέλεσαν πρόεδροι με επιτυχία στην χρυσή τετραετία.

Στη Δόξα ήρθα τότε από τον πρόεδρο, Δημήτρη Αμανατίδη, που ήταν εξαιρετικός άνθρωπος, όπως και ο ταμίας του συλλόγου Αντρέας Σκάπουλας. Κοντά μας ήταν και ο περίφημος πάτερ Αντώνης που ήταν η κεφαλή της ομάδας.

Στο Caulfield γεύτηκα μεγάλες επιτυχίες οι οποίες δεν οφείλονται αποκλειστικά σε μένα. Είχα την τύχη να έχω δίπλα μου τον Γιώργο Ζαφειρόπουλο. Ήταν ο άνθρωπος που εμπιστευόμουν, οργάνωνε τα πάντα και θα είχαμε πετύχει πολύ περισσότερα αν είχα παραμείνει στην ομάδα.

Στον Πανελλήνιο γνώρισα τον Δημήτρη Τσαμπασίδη και τον εκτίμησα από τα μέσα του 70′.

Αργότερα στον ΠΑΟΚ γνώρισα την τριανδρία Νίκο Κυπραίο, Ηλία Κοροσίδη, Κώστα Λίτσα, αλλά και τον Κροάτη Marko Fumic που τους εκτιμώ απεριόριστα». Τέλος ο συντελεστής της επιτυχίας, όπως λέει, είναι η σύζυγός του Μαρίνα, που τον στήριξε όλα αυτά τα χρόνια και οφείλει πολλά στην ίδια για την αμέριστη συμπαράστασή της.

ΤΟ ΦΙΝΑΛΕ

Μέσα σε αυτό το ποδοσφαιρικό ταξίδι δεν έλειψαν οι κακές στιγμές και οι λάθος επιλογές οι οποίες, όπως λέει ο ίδιος, «σε βγάζουν καλύτερο». Το 1988 αναλαμβάνει το Oakleigh στην εποχή του Caloola Reserve και ενώ η χρονιά ξεκινά ιδανικά με την κατάκτηση του Ελληνικού Κυπέλλου, η ομάδα στο πρωτάθλημα παραπαίει, τερματίζει τελευταία και υποβιβάζεται. Πάντως, όπως λέει, η ευθύνη για την κακή χρονιά ανήκει στον ίδιο. Κακή χρονιά ήταν και αυτή στη Νέα Ελλάς το 2003 όταν αναλαμβάνει στα μισά την ομάδα από τον Mike Kupinic και η ομάδα υποβιβάζεται από το Premier League, αλλά και στον ΠΑΟΚ το 2006, που είχε επίσης άσχημα αποτελέσματα. Την ίδια χρονιά αφήνει το Paisley Park και αναλαμβάνει στο δεύτερο γύρο της Division 1 τον Ηρακλή Northcote όπου έπειτα από 35 χρόνια προπονητικής διαδρομής ολοκληρώνει την θητεία και την προσφορά του στο ποδόσφαιρο.

Τον Τάκη Σβίγγο τον θυμόμαστε για τους άθλους στις δύσκολες αποστολές που αναλάμβανε, το επαναλαμβανόμενο τέσσερις φορές back to back τα πέντε πρωταθλήματα (ως προπονητής), αλλά κυρίως για το ήθος και την αξιοπρέπειά του. Η προσφορά του στο ποδόσφαιρο είναι τεράστια και ίσως έρθει αυτή η κοντινή ημέρα που θα τιμηθεί όπως του αξίζει από την Ομοσπονδία με το όνομά του να εμφανίζεται στο «Hall of Fame» του ποδοσφαίρου της Βικτώριας.

ΤΟ ΠΡΟΦΙΛ ΤΟΥ ΠΑΙΚΤΗ